Skip to main navigation Skip to main content Skip to page footer
Menu

ΙΣΤΟΡΙΑ

1970-2020: 50 χρόνια Τμήμα Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος

Η διδασκαλία των Γεωγνωστικών μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για να φτάσει στο σημερινό της επίπεδο στα πλαίσια του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος , έχει διανύσει μία μακρά πορεία σε βάθος χρόνου, τις απαρχές της οποίας θα πρέπει να αναζητήσουμε στην πρώτη φάση λειτουργίας του Πανεπιστημίου. Πιο συγκεκριμένα: Στον οργανισμό λειτουργίας του Πανεπιστημίου το 1939, ορίζεται –μεταξύ των άλλων μονίμων τακτικών εδρών- η θεσμοθέτηση έδρας Φυσικής Ιστορίας, με γνωστικά αντικείμενα Ζωολογίας, Ορυκτολογίας, Γεωλογίας και Βοτανικής.

Στον Οργανισμό λειτουργίας του Πανεπιστημίου του 1839 στις μόνιμες τακτικές έδρες ορίζεται μεταξύ άλλων και η έδρα της Φυσικής Ιστορίας με γνωστικά αντικείμενα Ζωολογία, Ορυκτολογία, Γεωλογία και Βοτανική. Ως υποχρεωτικά μαθήματα με διάταγμα του ιδίου έτους, μεταξύ των άλλων ορίζονταν και το μάθημα της Ορυκτολογίας και Γεωλογίας, ο δε Καθηγ. Ηρ. Μητσόπουλος ολοκλήρωνε τα μαθήματα της Φυσικής Ιστορίας σε δύο έτη. Το 1843 ο τότε πρύτανης Κ. Ασώπιος προσπαθεί να προσελκύσει την προσοχή της κυβέρνησης για τις φυσιογνωστικές σπουδές και λέγει στη λογοδοσία του: "Η Φυσική Ιστορία χρήζει πλειόνων της μίας καθέδρας ως η Ορυκτολογία, αναγκάζουσα ούσα ίνα εξερευνήσασα τον ανεξερεύνητον έτι δε και παρθένον τόπον της Ελλάδος, αναδείξει τους κεκρυμμένους αυτού θησαυρούς, απαιτεί βεβαίως ιδιαίτεραν καθέδραν κλπ. ήθελαν καταστήσει το ίδρυμα τούτο και λαμπρότερο και κοινωφελέστερον". Ο καθηγ. Ηρ. Μητσόπουλος (1845-94) της Φυσικής Ιστορίας διαδέχθηκε τον Κυρ. Δομνάδο (1837-1845), τον πρώτο διδάξαντα Συστηματική Ορυκτολογία.

O Κ. Μητσόπουλος, πρύτανης του έτους 1900-1901, προτείνει και θεωρεί αναγκαίο να διαιρεθεί η Φιλοσοφική σχολή στη σχολή της Φιλολογίας και στη Σχολή των Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών. Οι πρώτες όμως ιδέες ανεξαρτησίας της Φυσικομαθηματικής Σχολής διατυπώθηκαν από τον πρύτανη Π. Κυριακού (1882-1883), αλλά επίσης οι προς τούτο κινήσεις ενετάθησαν επί της πρυτανείας του Αν. Χρηστομάνου (1896-1897), που προτείνει εκτός των άλλων να διορισθούν και καθηγητές της Γεωλογίας, της Ορυκτολογίας και της Παλαιοντολογίας, τονίζοντας και αυτός την ανάγκη του χωρισμού της Φυσικομαθηματικής Σχολής από τη Φιλοσοφική Σχολή.

Το έτος 1904 πραγματοποιείται η διαίρεση της Φιλοσοφικής Σχολής σε δύο σχολές, την Φιλοσοφική Σχολή και στη Σχολή των Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών.

Το έτος 1922 ορίζεται ότι η Φυσικομαθηματική Σχολή περιλαμβάνει 18 έδρες μεταξύ των οποίων αυτές της Ορυκτολογίας και Πετρολογίας, της Παλαιοντολογίας και Γεωλογίας και της Γεωγραφίας. Το προστίθενται και έκτακτες αυτοτελείς έδρες όπως της Κρυσταλλογραφίας κ.α.. Το 1935 με το νόμο 5343 ιδρύεται ως 5ο τμήμα της Φυσικομαθηματικής σχολής, το Φυσιογνωστικό Τμήμα και έτσι η Σχολή απονέμει μεταξύ των άλλων, και το πτυχίο Φυσιογνωσίας και Γεωγραφίας, που συνδυάζει τις κατευθύνσεις των Βιολογικών και Γεωλογικών επιστημών.

Το 1970 το Τμήμα Φυσιογνωσίας και Γεωγραφίας διαχωρίζεται στα αυτοτελή τμήματα της Βιολογίας και Γεωλογίας, με απονομές αντίστοιχων πτυχίων. Η ιστορία του χώρου των Γεωλογικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών μέχρι του έτους 1982 και τη θεσμική αλλαγή του Ν.1268, ταυτίζεται με την ιστορία των Εδρών και των Καθηγητών που δίδαξαν σε αυτές και περιγράφεται σύντομα στις επόμενες παραγράφους.

Ο Κ. Μητσόπουλος δίδασκε το μάθημα της Ορυκτολογίας έως το έτος 1910, ενώ το έτος 1896 ιδρύονται το εργαστήριο και το Μουσείο Ορυκτολογίας και Πετρολογίας. Το 1910 εκλέγεται Καθηγητής της ομώνυμης Έδρας ο Κ. Κτενάς που δίδαξε μέχρι το θάνατό του το 1935. Το επόμενο έτος εκλέγεται Καθηγητής στη ίδια Έδρα ο Γ. Γεωργαλάς, που παρέμεινε στη θέση αυτή έως το έτος 1946. Στη συνέχεια εξελέγησαν Καθηγητές οι Αν. Γεωργιάδης (1946-1965) και Γρ. Μαράκης (1973-1994).

Η Έδρα Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας και το ομώνυμο Εργαστήριο και Μουσείο ιδρύονται από τον Καθηγ. Θ. Σκούφο μετά το διορισμό του στην αντίστοιχη έδρα το 1906.

Με πολλές ανασκαφές, τις οποίες ενεργούσε σε διάφορα μέρη της Ελλάδος εμπλουτίζει πολλαπλώς το Εργαστήριο και Μουσείο σε απολιθώματα για χρήση ασκήσεων των φοιτητών και πλουτισμό της εκθέσεως του Μουσείου. Μετά τον Καθηγ. Σκούφο (1906-36) αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Εργαστηρίου και Μουσείου ο Καθηγ. Μ. Μητσόπουλος (1939-67), και στη συνέχεια ο Γ. Μαρίνος (1969-74) με μετάκληση από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στη συνέχεια ο Καθηγ. Ν. Συμεωνίδης (1975-98).

Η Έδρα Φυσικής Γεωγραφίας και το αντίστοιχο εργαστήριο διευθυνόμενη από τον Καθηγ. Ι. Τρικκαλινό (1931-1958), ιδρύονται το έτος 1931 και έδρα αρχικά το Αστεροσκοπείο. Στη συνέχεια εκλέγεται Καθηγητής της ο Π. Ψαριανός (1959-1974) και μετά η Εντ. Υφηγήτρια και μετέπειτα Καθηγήτρια Αθ. Παπαπέτρου-Ζαμάνη (1975-1997).

Το έτος 1931 ιδρύεται η Έδρα Σεισμολογίας και το ομώνυμο εργαστήριο με Διευθυντή τον Καθηγητή Ν. Κρητικό (1930-1947), το οποίο στεγάζεται αρχικά στο Αστεροσκοπείο. Στη συνέχεια εκλέγονται οι Αγγ. Γαλανόπουλος (1949-1978) και Ι. Δρακόπουλος (1979 - 1999).

Η Έδρα της Κοιτασματολογίας και το ομώνυμο εργαστήριο ιδρύθηκαν το έτος 1961 και ο εκλεγείς Καθηγητής Γ. Παρασκευόπουλος δίδαξε μέχρι το έτος 1983.

Το σημερινό τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών αποτέλεσε αυτόνομο τμήμα το 1970, χρονιά που διαχωρίστηκε το τότε Φυσιογνωστικό Τμήμα σε δύο τμήματα, της Γεωλογίας και της Βιολογίας. Ο επίσημος κρατικός φορέας της χώρας μας, το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών [ΙΓΜΕ, πρώην ΙΓΕΥ και ΕΘΙΓΜΕ] ιδρύθηκε μεταπολεμικά και συγκεκριμένα το 1952.

Οι πρώτοι απόφοιτοι του Τμήματος εντάχθηκαν στη Μέση Εκπαίδευση, στο επιστημονικό δυναμικό του ΙΓΜΕ, του Αστεροσκοπείου, της ΔΕΗ, των μεταλλευτικών, υδρογεωλογικών και τεχνικών εταιρειών και μελετητικών γραφείων, καθώς και φορέων έρευνας και εκμετάλ- λευσης υδρογονανθράκων. Κύρια αρμοδιότητα των γεωλόγων ήταν η διενέργεια χαρτογραφήσεων στην ύπαιθρο, σε υπόγεια έργα και σε ορυχεία, η μελέτη σεισμών, οι γεωφυσικές και υδρογεωλογικές έρευνες, η επίβλεψη γεωτρητικών εργασιών και τεχνικών έργων.

Με την έναρξη του 21ου αιώνα, ο ρόλος του γεωλόγου αναδεικνύεται και επεκτείνεται σε νέες εξειδικεύσεις. Σήμερα, οι πτυχιούχοι του Τμήματός μας εργάζονται σε δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες, ινστιτούτα και οργανισμούς. Διενεργούν εργασίες υπαίθρου, χαρτογραφήσεις, χημικές αναλύσεις νερού, ορυκτών και πετρωμάτων. Χρησιμοποιούν γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών και σύγχρονες με- θοδολογίες για τη μελέτη, έρευνα και αξιολόγηση κοιτασμάτων πρώτων υλών, γεωθερμικών πεδίων, μετακινήσεων της γήϊνης επιφάνειας, αίτια γένεσης σεισμών, σεισμικού κινδύνου και σεισμικής επικινδυνότητας, κατολισθήσεων, ερπυσμού και φυσικών καταστροφών. Επίσης, ασχολούνται με τον προσδιορισμό και παρακολούθηση της εξέλιξης ρυπάνσεων ποικίλης προέλευσης σε νερά, εδάφη, πετρώματα και στον θαλάσσιο βυθό, τον ποιοτικό έλεγχο βιομηχανικών προϊόντων, τον προσδιορισμό τεχνικών και φυσικομηχανικών χαρακτηριστικών πρώτων υλών, με σκοπό την παραγωγή καινοτόμων και ανταγωνιστικών προϊόντων και την αξιοποίηση απορριμμάτων ή παραπροϊόντων βιομηχανίας (ανακύκλωση). Γεωφυσικές και γεωχημικές έρευνες συνεισφέρουν σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, σε εδαφοτεχνικές-γεωτεχνικές μελέτες σημαντικών έργων όπως διάνοιξη σηράγγων και μεγάλων οδικών αξόνων, οδοποιία, στην κατασκευή φραγμάτων, σε αρχαιομετρικές έρευνες όπως, ραδιοχρονολογήσεις και έρευνες της υπεδαφικής δομής. Επιπροσθέτως, οι γεωλόγοι γνωρίζοντας την αέναη εξέλιξη των διαφόρων μορφών ζωής και των παλαιοπεριβαλλόντων του πλανήτη μας, συμβάλλουν τόσο στην κατανόηση των αλληλεπιδράσεων των σημερινών οικοσυστημάτων, μέρος των όποιων είναι και ο άνθρωπος, όσο και στη σκιαγράφηση των μελλοντικών περιβαλλοντικών και κλιματικών μεταβολών. Τα προαναφερθέντα θέματα περιλαμβάνουν ένα μεγάλο αριθμό εξειδικεύσεων που καθιστούν τη Γεωλογία ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και ανεξάντλητα πεδία γνώσεων. Οι Γεωεπιστήμες αποτελούν πλέον απαραίτητο εργαλείο για την ανάπτυξη και προστασία του περιβάλλοντος καθώς και της σύγχρονης κοινωνίας.

Ένας κατάλογος 150 περίπου σημαντικών φορέων από όλη την Ελλάδα, στους οποίους εργάζονται γεωλόγοι και οι οποίοι έχουν συμμετάσχει ως φορείς υποδοχής στην πρακτική άσκηση των φοιτητών μας είναι διαθέσιμος στο Τμήμα. Ο κατάλογος αυτός εμπλουτίζεται συνεχώς με νέες εταιρείες του κλάδου, ένδειξη της αυξημένης ζήτησης των αποφοίτων μας στη σύγχρονη κοινωνία.

Οι απόφοιτοι του Τμήματός μας στελεχώνουν και σήμερα με επιτυχία και πλούσια δραστηριότητα υπουργεία και κρατικούς οργανι- σμούς (Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας, Υπουργείο Πολιτισμού, ΠΑΘΕ, ΟΑΣΠ, Αρχαιολογική υπηρεσία), νομαρχίες, ερευνητικά ιδρύματα (ΙΓΜΕ, ΕΛΚΕΘΕ, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών κλπ), μεγάλες εταιρείες του τεχνικού κλάδου (ΔΕΗ, εταιρείες τσιμέντων, μελετητικές, κατασκευαστικές και μεταλλευτικές εταιρείες), δραστηριοποιούνται ως μελετητές δημοσίων έργων. Μέρος των αποφοίτων μας επιλέγουν την εκπαίδευση, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια του εσωτερικού, αλλά και του εξωτερικού. Δείγμα της ποιότητας εκπαίδευσης που λαμβάνουν οι φοιτητές μας στον προπτυχιακό και στους μεταπτυχιακούς κύκλους σπουδών, αποτελεί η απρόσκοπτη πρόσβαση τους σε πανεπιστήμια διεθνούς κύρους του εξωτερικού.

Η συμμετοχή στο πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών ERASMUS έχει δώσει σε μεγάλο αριθμό φοιτητών μας τη δυνατότητα επιμόρφωσης σε πανεπιστήμια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανάπτυξης σχέσεων με συναδέλφους του εξωτερικού και διαμόρφωσης νέας οπτικής για τον σύγχρονο πολυπολιτισμικό κόσμο.

Στον ιστότοπο του Τμήματος περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικές με τη διάρθρωσή του, το προσωπικό, το πρόγραμμα σπουδών σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο, το ωρολόγιο πρόγραμμα και το πρόγραμμα εξετάσεων, ενημέρωση σε τρέχοντα θέματα [ωρολόγιο πρόγραμμα, εκπαιδευτικό υλικό για τα διδασκόμενα μαθήματα, ασκήσεις υπαίθρου, πληροφορίες για το πρόγραμμα εξετάσεων, εκδηλώσεις του Τμήματος, συνέδρια, προκηρύξεις, προγράμματα, ηλεκτρονική μορφή του παρόντος οδηγού κλπ] και τυχόν αλλαγές που αφορούν στον Οδηγό Σπουδών.

Το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών επιδιώκει τη συνεχή βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, τη συμμετοχή των φοιτητών σε ερευνητικά προγράμματα, καθώς και την επιμόρφωση και εξειδίκευση τους σε νέες μεθοδολογίες - τεχνολογίες. Με αυτό τον τρόπο στοχεύει στην ανάδειξη νέων επιστημόνων με σύγχρονη αντίληψη και άρτια επιστημονική κατάρτιση, οι οποίοι θα συμβάλουν στην ανάπτυξη και βελτίωση των επιστημών της Γης και του περιβάλλοντος.

Με το Ν1268/82 Ιδρύεται η Σχολή Θετικών Επιστημών στη οποία υπάγεται το Τμήμα Γεωλογίας. Οι αντίστοιχες έδρες καταργήθηκαν ενώ συγχρόνως δημιουργήθηκαν και λειτουργούν οι ακόλουθοι Τομείς:

α. Τομέας Ορυκτολογίας και Πετρολογίας

β. Τομέας Ιστορικής Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας

γ. Τομέας Γεωγραφίας και Κλιματολογίας

δ. Τομέας Γεωφυσικής και Γεωθερμίας

ε. Τομέας Οικονομικής Γεωλογίας και Γεωχημείας

στ. Τομέας Δυναμικής, Τεκτονικής και Εφαρμοσμένης Γεωλογίας

Στο Τμήμα και στους Τομείς προσαρτώνται τα Εργαστήρια:

Με την Υπουργική απόφαση Β7/82/29-3-94 ΦΕΚ 252/7-4-94 άρθρο 3 δίδονται μεταπτυχιακοί τίτλοι ειδίκευσης.

Το 2004 το Τμήμα Γεωλογίας μετονομάζεται σε Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος καλύπτοντας και όλα εκείνα τα αντικείμενα των Γεωεπιστημών που σχετίζονται με το Περιβάλλον.